όταν όλοι μοιραζόμαστε έχουμε όλοι περισσότερα.

Παρασκευή 25 Μαΐου 2012

Κατασκευές


Κατασκευές με ελεύθερο θέμα με δομικό υλικό από φύρα χαρτονιών που προήλθαν από την ευγενική χορηγία γονέα.












Κλίμαξ 1:1


Τα κορίτσια αποτύπωσαν η μία την άλλη και μετά ζωγράφισαν τον εαυτό τους σε κλίμακα 1:1.









Κυριακή 6 Μαΐου 2012

το όνειρό μου.

ήταν πάντα τόνειρό μου να ξεφύγω απο δω.
σε άλλο κόσμο, δικό μου πλασμένο.
Πόσο Θεέ μου εγωιστικό.

Εκεί θα ήταν όλα όπως τα ήθελα.
Παραλίες και βουνά,
λίμνες και ποτάμια,
σύννεφα κι αστέρια να τρεμοπαίζουν και να τριγυρίζουν παντού.
ουράνια τόξα στα μάτια των ανθρώπων.

Χρυσάφι στη καρδιά.

Εκεί θα ήταν όλα για όλους και όλοι για όλα.

Τα χρώματα στα μάτια αδιαχώριστα κ μέρος του φωτός.
Όπως τάφησε ο Θεός.

Και μετά,
στη ξεκούραση,
στου ύπνου την αγκάλη 

θα γέρναμε χωρίς φόβο,
σέναν ύπνο δίχως όνειρα,
αφού τα ζούσαμε το πρωί.

Αγκαλιά με τα θεριά που τώρα παλεύουμε να εξημερώσουμε.
Ανάσα απο λουλούδια που τώρα νομίζουμε ότι καλλιεργούμε,
στη σκιά δέντρων που πληγώνουμε στο όνομα της ασφάλειας και της ιστορίας μας.

Με ρίζες βαθιές,
μέχρι το κέντρο το απόκεντρο.
μέχρι το άπειρο το πεπερασμένο.

Μέχρι την άκρη του καθενός που φτάνει στον δίπλα του.

Πόσο Θεέ μου εγωιστικό.

Θάθελα να τους αναγκάσω όλους να ζούνε έτσι.

Αναπνέοντας δροσιά και μέλι.


Χωρίς χτες και αύριο.

Παρασκευή 4 Μαΐου 2012

Γιάννης Ρίτσος, τάδε έφη.


''Χτες βράδυ δεν κοιμήθηκαν καθόλου τα παιδιά. 
Είχανε κλείσει ένα σωρό τζιτζίκια στο κουτί των μολυβιών, και τα τζιτζίκια τραγουδούσαν κάτου απ' το προσκεφάλι τους ένα τραγούδι που το ξέραν τα παιδιά από πάντα και το ξεχνούσαν με τον ήλιο.

Χρυσά βατράχια κάθονταν στις άκρες των ποδιών χωρίς να βλέπουν στα νερά τη σκιά τους. Κι ήτανε σαν αγάλματα μικρά της ερημιάς και της γαλήνης.

Τότε το φεγγάρι
σκόνταψε στις ιτιές κι έπεσε στο πυκνό χορτάρι.
Μεγάλο σούσουρο έγινε στα φύλλα.

Τρέξανε τα παιδιά, πήραν στα παχουλά τους χέρια το φεγγάρι κι όλη τη νύχτα παίζανε στον κάμπο.

Τώρα τα χέρια τους είναι χρυσά, τα πόδια τους χρυσά, κι όπου πατούν αφήνουνε κάτι μικρά φεγγάρια στο νοτισμένο χώμα. Μα, ευτυχώς, οι μεγάλοι που ξέρουν πολλά, δεν καλοβλέπουν. Μονάχα οι μάνες κάτι υποψιάστηκαν.

Γι᾿ αυτό τα παιδιά κρύβουνε τα χρυσωμένα χέρια τους στις άδειες τσέπες, μην τα μαλώσει η μάνα τους που όλη τη νύχτα παίζανε κρυφά με το φεγγάρι.''